Σκηνοθεσία: Ζαν-ΛικΓκοντάρ
Με τους: Έντι Κονσταντίν, Άννα Καρίνα, Ακιμ Ταμίροφ
Στα χαλασμένα καταφύγιά μου
στους γκρεμισμένους μου φάρους
στους τοίχους της ανοίας μου
γράφω τ΄ όνομά σου.
Στην απουσία χωρίς πόθο
στη γυμνή μοναξιά
στα σκαλιά του θανάτου
γράφω τ΄ όνομά σου.
Στην υγεία που ξανάρθε
στον κίνδυνο που εξαφανίστηκε
στην ελπίδα χωρίς ανάμνηση
γράφω τ΄ όνομά σου.
Και με τη δύναμη της λέξης
ξαναρχίζω τη ζωή μου.
Γεννήθηκα για να σε γνωρίσω
Για να πω τ΄ όνομά Σου
Ελευθερία!
(Πωλ Ελυάρ/ Ελευθερία)
Στην ερώτηση «ποια είναι η θρησκεία σου», που θέτει ο παντοδύναμος υπολογιστής Άλφα 60 που κυβερνά την πόλη του Αλφαβίλ, προς τον μυστικό πράκτορα Λεμύ Κώσιον ο οποίος φτάνει στη διαστημική αυτή πόλη αναζητώντας έναν συνάδελφό του που κινδυνεύει, ο Κώσιον απαντά: «Πιστεύω στην αμεσότητα της συνείδησης».
«Ο άνθρωπος είναι προικισμένος με συνείδηση, που σημαίνει ότι βασανίζεται όταν οι πράξεις του παραβαίνουν τον ηθικό νόμο. Aπό αυτή την άποψη η συνείδηση περιέχει ένα στοιχείο τραγωδίας», έγραφε στο «Σμιλεύοντας τον χρόνο» ο Αντρέι Ταρκόφσκι. Παρόλο που στις διαθέσεις του Γκοντάρ δεν ήταν να «συναντηθεί» με τον σπουδαίο αυτό σκηνοθέτη, ωστόσο οι συναντήσεις γίνονται ακούσια.
Η συνείδηση είναι μία λέξη που λείπει από το λεξικό των ανθρώπων της Αλφαβίλ. Και λείπει γιατί ακριβώς είναι ο θεματοφύλακας της ηθικής που φέρνει το άτομο αντιμέτωπο με τις πράξεις του, ωθώντας το μέσω της κριτικής του σκέψης στην αξιολόγηση αυτών. Στην κοινωνία όμως του Αλφαβίλ, δεν πρέπει να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι. Που κρίνουν, σκέφτονται, βασανίζονται. Στην κοινωνία του Αλφαβίλ οι άνθρωποι είναι νούμερα χωρίς όνομα που ελέγχονται από τον Άλφα 60 και εκτελούν διαταγές του. Από το λεξικό των «ρομποτοποιημένων» αυτών ανθρώπων δεν λείπει μόνο η λέξη συνείδηση, αλλά λείπουν επίσης και οι λέξεις αγάπη, τρυφερότητα, ενσυναίσθηση, οτιδήποτε μπορεί να αποτελέσει διάμεσο μιας ανθρώπινης επαφής, οτιδήποτε μπορεί να οδηγήσει σε μια ουσιαστική επικοινωνία των ανθρώπων. Λιγοστοί είναι οι άνθρωποι της πόλης που έχουν καταφέρει να κρατήσουν από ένα πολύ μακρινό παρελθόν ζωντανά μέσα τους κάποια συναισθήματα. Οι άνθρωποι εκείνοι που διαθέτουν μία συναισθηματική μνήμη είναι εχθροί της πόλης Αλφαβίλ. Σύμφωνα με τις αρχές του ηγέτη της πόλης αυτής, αυτοί οι άνθρωποι φέρονται παράλογα και για αυτόν τον λόγο, εκτελούνται άμεσα και με πολύ συνοπτικές διαδικασίες.
Όταν ο Κώσιον φτάνει στη σκοτεινή πόλη του Αλφαβίλ, διαπιστώνει ότι στους ανθρώπους της πόλης αυτής έχει εμφυτευτεί το ιδανικό της δημιουργίας μιας τέλειας τεχνοκρατούμενης κοινωνίας. Η εν λόγω κοινωνία διέπεται αυστηρά και αποκλειστικά από τους νόμους της λογικής. Όμως, αυτή η λογική στρέφεται προς την καταστροφή, με λογικά πάντα μέσα, της συνείδησης και της συναισθηματικής μνήμης. Εδώ στην Αλφαβίλ, αντιμάχονται ο ανθρωπισμός με την απόλυτη τεχνοκρατία. Εδώ το όπλο της τεχνοκρατίας είναι η λογική. Είναι η θετικότητα, η ορθολογικότητα, η αποδοτικότητα που έρχονται σε σύγκρουση με τον κόσμο των συναισθημάτων και των ανθρωπίνων σχέσεων. Οι λέξεις, σε αυτή τη διαστημική πόλη, είναι ανεπαρκείς να μεταδώσουν το αίσθημα της πραγματικότητας και να διασφαλίσουν την ορθή επικοινωνία των ανθρώπων. Ο μυστικός πράκτορας, που είναι ξένος σε όλο αυτό, καταβάλλει προσπάθεια να βοηθήσει τους ανθρώπους. Πιο συγκεκριμένα, επιχειρεί να βοηθήσει την κόρη του ιδρυτή του Άλφα 60, την οποία και ερωτεύεται, να κατακτήσει μία ενορατική αντίληψη των πραγμάτων έτσι ώστε αυτά σταδιακά να της εμφανιστούν μπροστά της λουσμένα στο φως της αλήθειας τους και να της αποκαλύψουν τον κόσμο που της στερήθηκε, τον κόσμο των συναισθημάτων της ποίησης, της μουσικής, της φαντασίας, της καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Ένα συνονθύλευμα πολλών ετερογενών υλικών συνιστούν την ταινία «Αλφαβίλ». Το φιλμ νουάρ, η επιστημονική φαντασία, και η Νουβέλ Βαγκ συναντιούνται στο «Αλφαβίλ», όπου ο Γκοντάρ χρησιμοποιεί στοιχεία από το κάθε είδος τοποθετώντας τα στην ταινία του με έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο δημιουργώντας μία αντίφαση των στοιχείων αυτών ακόμη και με το είδος από το οποίο αυτά προέρχονται. Είναι γιατί ο ίδιος ο Γκοντάρ αποτελεί από μόνος του ένα «είδος», αφού το κύριο χαρακτηριστικό του δημιουργού αυτού είναι η αντιφατικότητα και η αντισυμβατικότητα στον τρόπο με τον οποίο δομεί μία ταινία σε σχέση με τα γνωστά δεδομένα της εποχής του.
Ο Γκοντάρ δανείζεται πολλά στοιχεία από το φιλμ νουάρ. Όμως, τα τοποθετεί με τον δικό του τρόπο στην ταινία του με αποτέλεσμα να μην χαρακτηρίζεται η ίδια ως γνήσιο φιλμ νουάρ. Χρησιμοποιεί τα θεματικά μοτίβα του νουάρ και αξιοποιεί το αστικό τοπίο όπου οι χώροι υποδηλώνουν την αποξένωση και αποστασιοποίηση του ήρωα και την αίσθηση του ανοίκειου στην εχθρική πόλη του Αλφαβίλ που έχει ο ίδιος βρεθεί. Όλη σχεδόν η ταινία είναι γυρισμένη κυρίως τη νύχτα χρησιμοποιώντας το μοτίβο του σκοταδιού και του μυστηρίου, όχι όμως για να δημιουργήσει σασπένς και αγωνία, όσο για να δηλώσει το εχθρικό στοιχείο μιας τεχνοκρατούμενης πόλης και μιας τεχνοκρατούμενης κοινωνίας απέναντι στον άνθρωπο, δίνοντας έτσι μία πολιτική διάσταση, κάτι που δεν συναντιέται ιδιαίτερα στις κλασικές φιλμ νουάρ ταινίες. Χρησιμοποιεί τη μοιραία γυναίκα στο πρόσωπο της Άννα Καρίνα, που εμφανίζεται στη ζωή του ντετέκτιβ την οποία ο ήρωάς μας ερωτεύεται και επιδιώκει να την σώσει από αυτή την πόλη. Όμως αυτή η γυναίκα απέχει πολύ από τον χαρακτήρα της fame fatale γιατί επηρεάζει ελάχιστα την πλοκή της ιστορίας δεν παρασύρει τον ήρωά μας, μάλλον το αντίθετο συμβαίνει, αφού η ίδια δεν έχει συναισθήματα ούτε θετικά ούτε αρνητικά. Δεν νιώθουμε ότι ο Λεμύ Κώσιον βρίσκεται κάτω από κάποια διαρκή απειλή, ούτε ερωτεύεται τη λάθος γυναίκα η οποία θα τον παρασύρει σε επικίνδυνες για τη ζωή του πράξεις.
Το voiceover χρησιμοποιείται και εδώ σε πρώτο πρόσωπο ακούγοντας τον ήρωα να αφηγείται την ιστορία του, όχι τόσο για να ταυτιστούμε μαζί του και να γίνει πιο έντονο το σασπένς, αλλά περισσότερο γιατί η παρουσία ενός κεντρικού αφηγητή- δημιουργού είναι απαραίτητη, αφού λειτουργεί ως ενοποιητικό στοιχείο στην ταινία.
Ηγετική φιγούρα της Νουβέλ Βαγκ, ο Γκοντάρ γυρίζει το Αλφαβίλ, μία ταινία επιστημονικής φαντασίας, στην οποία συναντάμε όπως είναι φυσικό όλα τα χαρακτηριστικά της παραπάνω σχολής. Την αυτοαναφορικότητα πάνω στον κινηματογράφο και τη σχέση του με την εικόνα και την πραγματικότητα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας ο ήρωάς μας δεν παραλείπει να αποτυπώνει με την φωτογραφική του μηχανή, την πραγματικότητα που συναντά στην Αλφαβίλ. Σε αυτή την πόλη του μέλλοντος κυριαρχεί η δυστοπία στην οποία μπορεί να οδηγήσει η αποδέσμευση της τεχνολογίας από την ηθική και τη συναισθηματική νόηση του ανθρώπου. Με αυτό τον τρόπο εγκλωβίζεται αυτό το δυστοπικό μέλλον στο παρόν, αναδεικνύοντας έτσι τον ρόλο του κινηματογράφου και της εικόνας ως μέσα αποτροπής μιας μελλοντικής καταστροφής. Ταυτόχρονα, προσπαθώντας να καταργήσει τα όρια ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία δεν παύει να παρεμβάλλει στην ταινία του κάδρα, όπου εικονίζεται το αρνητικό της φωτογραφίας κρατώντας έτσι τον θεατή σε μία διαρκή επαγρύπνηση προκειμένου να διασπάσει την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας, όπως αυτή απεικονίζεται και ιδιαίτερα σε μία ταινία επιστημονικής φαντασίας. Με τον τρόπο αυτό ο Γκοντάρ μένει πιστός στη θεωρία του Βερτόφ που απέρριπτε τον κινηματογράφο της μυθοπλασίας θεωρώντας ότι αποκοιμίζει τον θεατή.
Παρόλο που ανήκει στις ταινίες επιστημονικής φαντασίας, από το «Αλφαβίλ» απουσιάζουν τα ειδικά εφέ και το τεχνικό ντεκόρ. Η διαστημική πρωτεύουσα ενός άλλου Γαλαξία, η Αλφαβίλ, είναι το ίδιο το Παρίσι, οι άνθρωποι δεν είναι εξωγήινοι και διατηρούν την ανθρώπινη μορφή τους, και δεν υπάρχει κανένα διαστημόπλοιο να μεταφέρει τους ανθρώπους από τον έναν γαλαξία. Υπάρχουν μόνο αυτοκίνητα μέσα σε σκοτεινούς δρόμους που οι φωτεινές πινακίδες και τα φωτεινά σήματα σηματοδοτούν μία πορεία χωρίς επιστροφή σε έναν μονόδρομο που οδηγεί βαθμιαία στη δημιουργία ενός μεταλλαγμένου ανθρώπου ο οποίος δεν θα σκέφτεται, αλλά θα κατευθύνεται από έναν παντοδύναμο ηλεκτρονικό υπολογιστή που θα ελέγχει τους πάντες και τα πάντα.
Απέναντι σε όλα αυτά ο Γκοντάρ αντιπαραθέτει τις δυνάμεις της ποίησης, της φιλοσοφίας, της ανθρώπινης νόησης. Το ποιητικό έργο «Των αλγηδόνων πρωτεύουσα» του Πωλ Ελυάρ, είναι ο μόνιμος “σύντροφος” του Κώσιον που μοιράζεται με την αγαπημένη του (Άννα Καρίνα). Είναι αυτό που βοηθά τον ίδιο να μην ξεχνά τις λέξεις που έχουν σβηστεί από την Αλφαβίλ και εκείνο που επαναφέρει τις λέξεις αυτές στη συλλογική μνήμη της αγαπημένης του σώζοντάς την από την οριστική μετάλλαξή της. Και βέβαια καθόλου τυχαία δεν είναι η επιλογή αυτού του ποιητή που η πολυπλοκότητα των στίχων του μπορεί να καθιστά την ποίησή του δυσπρόσιτη ως προς τον απλό αναγνώστη, ωστόσο ο τρόπος γραφής του, όπως τόνιζε ο Ελύτης, μπορούν να αγγίξουν βαθιά τον άνθρωπο μέσα από τις εικόνες και τα συναισθήματα που του δημιουργούνται.
«Σπάζοντας» την ψευδαίσθηση της πραγματικότητας που δημιουργείται από μία ανώτερη μορφή όπως αυτή του Άλφα 60, με τους ηθοποιούς του σε λιγοστά αλλά ουσιώδη πλάνα να μιλάνε μεταξύ τους και ταυτόχρονα να έχουν στραμμένο το πρόσωπό τους στην κάμερα κοιτώντας κατάματα τον θεατή, ο Γκοντάρ, ο στοχαστής της εικόνας, μας καλεί να ανακαλέσουμε στη συλλογική μας μνήμη συναισθήματα, εικόνες ενός κόσμου που τείνει να χαθεί και να ανακαλύψουμε την αλήθεια πίσω από την σύγχρονη πραγματικότητα της αποξένωσης και αλλοτρίωσης του ανθρώπου. Αυτή την αλήθεια που μας λέει ότι δεν υπάρχει τίποτα πέρα από την αγάπη, την τρυφερότητα, τη γενναιοδωρία και τη αυτοθυσία. Όλα τα άλλα είναι εμπόδια που τα δημιούργησε η άγνοια του ανθρώπου που αφέθηκε να καθοδηγηθεί από ηγέτες που δημιούργησαν ολοκληρωτικά καθεστώτα. Ένα από αυτά τα καθεστώτα περιγράφεται με αριστουργηματικό τρόπο στην πόλη Αλφαβίλ. Από αυτό το καθεστώς κινδυνεύει η ανθρωπότητα μας να κυριαρχηθεί.
«Είναι πολύ μεγάλη υπόθεση να κάνεις ένα σινεμά σαν αυτό του Γκοντάρ. Που δεν έχει το ελατήριο της μυθοπλασίας εντός του μύθου, αλλά εντός της κεφαλής του δημιουργού. Εντός μιας εσωτερικής αναγκαιότητας που αγγίζει όλους μας» έγραφε για τον μεγάλο αυτόν σκηνοθέτη, ο Β. Ραφαηλίδης. Και είχε δίκιο…
Διαχρονικός, επίκαιρος,ευρηματικός και πάντα ανατρεπτικός ο Γκοντάρ, 58 χρόνια πριν, μας προειδοποιούσε, υποκινούμενος από αυτή την εσωτερική αναγκαιότητα που αγγίζει όλους μας: Να αναπνέουμε τον αέρα της ελευθερίας! Να ζούμε ελεύθεροι!
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Ευχαριστούμε τον καλλιτεχνικό διευθυντή της New Star Art Cinema κ. Βελισσάριο Κοσσυβάκη για την ευγενική παραχώρηση φωτογραφικού υλικού από την ταινία.
Η Καλλίτσα Βλάχου είναι εκπαιδευτικός και αντιπρόεδρος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Ολοκληρώνει το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών: Φιλοσοφία και Τέχνες στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου. Έχει παρακολουθήσει το Πρόγραμμα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης στο ΕΚΠΑ με τίτλο: Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας. Αγαπάει πολύ τον Κινηματογράφο που για την ίδια δεν αποτελεί ένα απλό μέσο ψυχαγωγίας αλλά ένα μέσο που σε μεταφέρει σε ατελείωτα και συναρπαστικά ταξίδια του νου και της ψυχής. Σε τέτοια ταξίδια τη μεταφέρει και η δεύτερη μεγάλη της αγάπη, η λογοτεχνία. Όμως τι νόημα θα είχαν τα ταξίδια του νου και της ψυχής αν δεν μοιραζόταν τις εμπειρίες της με τους αγαπημένους της; Και μέσα σε αυτούς τους αγαπημένους κυρίαρχο ρόλο κατέχουν οι μαθητές της που η μοιρασιά μαζί τους αποκτά ιδιαίτερη αξία. Γιατί όταν επικοινωνείς μέσα από τα μονοπάτια της τέχνης με ανθρώπους που βρίσκονται στο ξεκίνημα της ζωής τους, ε… τότε χαίρεσαι γιατί ξέρεις ότι η τέχνη μόνο σε ξέφωτα οδηγεί και χαίρεσαι γιατί βοήθησες και βοηθάς κάποιους να βρεθούν σε αυτά…