Σκηνοθεσία, Παραγωγή, Σενάριο, Μουσική: Τσάρλι Τσάπλιν
Πρωταγωνιστές: Τσάρλι Τσάπλιν, Πωλέτ Γκοντάρ
Ο Σαρλό είναι ο χαρακτήρας-σύμβολο του αιώνα μας και ήδη έχει πάρει τη θέση του δίπλα στους κλασικούς της ιστορίας του πολιτισμού: Τον Προμηθέα, τον Δον Κιχώτη και τον Άμλετ. Και τούτος ο χαρακτήρας δε χρωστάει τίποτα στη φιλολογία. Είναι αποκλειστικό δημιούργημα της μεγάλης τέχνης του αιώνα μας – και των αιώνων που θα ακολουθήσουν. (Βασίλης Ραφαηλίδης, «Το Βήμα», 21/12/1976)
Το μοντέλο παραγωγής στους «μοντέρνους καιρούς».
Όταν το φορντικό μοντέλο παραγωγής έχει πλέον εισβάλλει για τα καλά στον τρόπο εργασίας των ανθρώπων σε μια Αμερική που το οικονομικό κραχ του 1929 βύθισε τους ανθρώπους στη φτώχεια, στην ανεργία, στην εσωτερική μετανάστευση, εν πολλοίς στην απελπισία, ο Τσάρλι Τσάπλιν έρχεται με τους «Μοντέρνους Καιρούς» να ασκήσει μία δριμύτατη κριτική σε αυτό. Και το κάνει καταδεικνύοντας τις αρνητικές συνέπειες αυτού του μοντέλου που αποξένωνε τον εργάτη από το προϊόν εργασίας, του αφαιρούσε τη σκέψη, την επινοητικότητα, τη δημιουργικότητά του και τον καθιστούσε δούλο του αφεντικού του. Ενός αφεντικού που είχε τον κύριο και αποκλειστικό έλεγχο του εργαζόμενου και το μόνο που τον ενδιέφερε δεν ήταν η ποιότητα του παραχθέντος προϊόντος, αλλά η μαζική παραγωγή και φυσικά το υψηλό κέρδος που κατέληγε στην τσέπη του.
Το 1936 που γυρίζονται «Οι Μοντέρνοι Καιροί», ο φορντισμός βρίσκεται σε πολύ μεγάλη ευημερία. Η εργασία κατακερματίζεται σε πολλές μικρές και επαναλαμβανόμενες λειτουργίες οι οποίες έπρεπε να γίνονται σε όσο το δυνατό μικρότερο χρόνο, προκειμένου να παράγεται ποσότητα προϊόντων και να αυξάνεται στον μέγιστο βαθμό η αποδοτικότητα των μηχανών. Το μοντέλο αυτό, αποτέλεσμα της επιστημονικής και τεχνολογικής εξέλιξης, υποτίθεται ότι θα εξασφάλιζε εργασία σε πολλούς ανθρώπους και ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Μία ποιότητα ζωής που με τη σειρά της θα εξασφάλιζε την ατομική ελευθερία του κάθε εργαζόμενου καθώς και τη δυνατότητα να κυνηγήσει το αμερικανικό όνειρο, ένα όμορφο σπιτικό, μία καλύτερη δουλειά, καλύτερες συνθήκες ζωής.
Κάθε άλλο, φυσικά παρά αυτά εξασφάλισε…
Ο αυτομαποιημένος τρόπος παραγωγής
Την εποχή που κινηματογραφούνται «Οι Μοντέρνοι Καιροί», στα μεγάλα αστικά κέντρα της Αμερικής παρατηρούμε τη συσσώρευση ενός πλήθους ετερόκλητων ανθρώπων προερχόμενων από αθρόες μεταναστευτικές ροές. Δίπλα στα φωτεινά μεγαλεπήβολα φωτεινά κτίρια με τη μοντέρνα αρχιτεκτονική, υπάρχουν τα εργοστάσια, οι παράγκες, οι φτωχογειτονιές. Υπάρχει η εργατική τάξη που στις πλάτες της παράγεται ο πλούτος των ολίγων. Μέσα σε αυτή την εργατική τάξη θα συναντήσουμε τον ήρωά μας, τον Τσάρλι Τσάπλιν. Εργάτης ενός εργοστασίου που η θέση εργασίας του είναι πίσω από έναν ιμάντα και η μόνη του δουλειά είναι να σφίγγει βίδες στις σανίδες που περνούν από μπροστά του. Οι κινήσεις του είναι εντελώς μηχανικές και αυτοματοποιημένες, αφού δεν χρειάζεται να σκέφτεται τι κάνει. Το μόνο που απαιτείται από αυτόν είναι η ταχύτητα. Όσο πιο γρήγορος είναι, τόσο πιο μεγάλη ικανοποίηση θα παρέχει στο αφεντικό του που δεν έχει σταματήσει να δίνει εντολές για αύξηση της ταχύτητας του ιμάντα που περνά μπροστά από τους εργαζόμενους. Πολλές ιδιοφυείς κωμικές στιγμές ξετυλίγονται μπροστά μας όταν η ταχύτητα του ιμάντα αυξάνεται υπερβολικά, οπότε ο Τσάπλιν δεν μπορεί να ανταποκριθεί στον εξαντλητικό ρυθμό εργασίας.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν δημιουργεί ένα νέο είδος κινηματογραφικής γραφής.
Όμως ο Τσάπλιν δεν είναι απλά ένας ιδιοφυής κωμικός. Είναι ένας μεγάλος σκηνοθέτης που καταφέρνει να ψυχαγωγήσει το κοινό, όχι παραπλανώντας το και απομακρύνοντάς το από τα προβλήματά του, αλλά παρουσιάζοντάς τα σε όλες τους τις κοινωνικοπολιτικές τους διαστάσεις και με απόλυτη ειλικρίνεια προς τους θεατές του. Οι άνθρωποι ταυτίζονται με τον Τσάπλιν. Νιώθουν ότι τους καταλαβαίνει και τους συναισθάνεται ταυτόχρονα. Ο Τσάπλιν καταφέρνει να κάνει το κοινό να συνδέεται συναισθηματικά και να ταυτίζεται μαζί του, γιατί αποτελεί μέρος αυτού σαν ένας μοναχικός περιπλανώμενος αλητάκος, φτωχός, αδύναμος, που όμως παραμένει πάντα αισθηματίας, πάντα έτοιμος να βοηθήσει όπου χρειαστεί και πάντα τρυφερός και ευαίσθητος.
Καμία έκπτωση στην ευαισθησία του και την ενσυναίσθησή του δεν κάνει ο Τσάπλιν και σε κανενός είδους σκληρότητα δεν δεσμεύεται προκειμένου να διευκολύνει τη θέση του. Δεν αλλάζουν τον γνήσιο και αυθεντικά καλό χαρακτήρα του, οι αντιξοότητες όσο μεγάλες κι αν είναι αυτές. Παραμένει μέχρι τέλους πιστός στις αξίες της αλληλεγγύης, της δικαιοσύνης και της ελευθερίας του ατόμου. Και αυτό που έλκει το κοινό του είναι που όλα αυτά καταφέρνει να τα κάνει με έναν μοναδικό τρόπο με τον οποίο θεμελίωσε, μία νέα κινηματογραφική γλώσσα και ένα νέο κινηματογραφικό ύφος. Ο Τσάπλιν πηγαίνει κόντρα σε ένα οικονομικό σύστημα που αλλοτριώνει τα πάντα, τον εργάτη από το προϊόν εργασίας του, τον ίδιο από τον εαυτό του και από τους υπόλοιπους εργάτες που δουλεύουν στην ίδια γραμμή παραγωγής, αντιστρέφοντας επί της ουσίας τη χρηστικότητα των μέσων παραγωγής και αναδεικνύοντας τα καταστροφικά αποτελέσματα που μπορεί να προκληθούν, όταν αυτά τα μέσα παραγωγής βρίσκονται στα χέρια των ιδιοκτητών που αποβλέπουν στο μέγιστο κέρδος.
Πορεία προς την ανεξαρτητοποίηση
Σε ένα από τα πρώτα πλάνα της ταινίας βλέπουμε μία τεράστια μηχανή να δεσπόζει και οι εργάτες γύρω της να μοιάζουν μικρά ασήμαντα ανθρωπάκια. Αυτομάτως, αντιλαμβανόμαστε τη διαταραγμένη σχέση μεταξύ εργατών και μέσων παραγωγής. Όταν σε μια από τις πιο εμβληματικές σκηνές στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου, ο Τσάπλιν γίνεται μέρος του γραναζιού της τεράστιας μηχανής, η δυσαρμονία ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και τις παραγωγικές σχέσεις, αναδεικνύεται κινηματογραφικά ίσως με τον καλύτερο τρόπο που θα μπορούσε να αποδοθεί, ξεπερνώντας ακόμη και την πιο ρεαλιστική απεικόνιση αυτού του φαινομένου. Ο εργάτης, η κατ’ εξοχήν παραγωγική δύναμη, δεν ελέγχει το μέσο παραγωγής, τη μηχανή, δεν είναι κύριος αυτής, αλλά υποδουλώνεται σε αυτήν, γίνεται εξάρτημά της. Ένα όμως εξάρτημα που δεν ταιριάζει με τα υπόλοιπα γρανάζια της. Και δεν ταιριάζει, γιατί διαθέτει βούληση και αυτοσυνειδησία ως λογικό ον. Δύο όμως χαρακτηριστικά που κινδυνεύουν άμεσα να χαθούν και μαζί να εκλείψει και αυτή η διαφοροποίηση, αν ο ίδιος παραδοθεί αμαχητί στα γρανάζια της ολοκληρωτικής καταστροφής της προσωπικότητάς του, αν αφεθεί να αλλοτριωθεί πλήρως από το σύστημα παραγωγής.
Η πραγµατική απελευθέρωση για τον Μαρξ, ξεκινά με την πλήρωση των βιοτικών αναγκών και ολοκληρώνεται με την εναρμόνιση των παραγωγικών δυνάµεων και παραγωγικών σχέσεων. Και μια τέτοια απελευθέρωση επιχειρεί ο Τσάπλιν. Πρώτα και κύρια προβάλλει την αντίστασή του κατά της ρομποτοποίησής του. Σε επόμενο στάδιο, προέχει η ικανοποίηση των βιοτικών του αναγκών. Μέσα από τη γνωριμία του με το ορφανό κορίτσι που επιδιώκει και εκείνη την πλήρωση των βιοτικών της αναγκών, δημιουργείται αυτομάτως η κοινωνική σχέση, η αλληλεξάρτηση των ανθρώπων που θέλει τον έναν να σκέφτεται τον άλλον, σπάζοντας την αποξένωση που μέσω του οικονομικού συστήματος τείνει να κυριαρχήσει παντού και σε όλα τα επίπεδα των σχέσεων και μαζί καταφέρνουν, υποστηρίζοντας ο ένας τον άλλον, να εξασφαλίζουν με τον δικό τους τρόπο τα προς το ζην.
Αντίσταση μέσω της άρνησης και της ανθρώπινης επαφής
Η στάση του Σαρλό, δείχνει γενικά μία δυσκολία χειρισμού των καθημερινών πραγμάτων και κατ’ επέκταση των καθημερινών γεγονότων που λαμβάνουν χώρα γύρω του. Βρίσκεται πάντα σε χώρους που δεν έχει επιδιώξει να βρεθεί και καταφέρνει πάντα μέσω της άρνησής του να φέρει αποτελέσματα που τελικά ικανοποιούν τον δικό του κόσμο, αυτόν που ο ίδιος έχει δημιουργήσει. Έτσι για παράδειγμα, βρίσκεται τυχαία στο επίκεντρο των απεργιακών κινητοποιήσεων που καταστέλλονται βίαια από την αστυνομία, ή στη φυλακή όπου μέσα από εντελώς τυχαία γεγονότα λαμβάνει ιδιαίτερα προνόμια από τη διοίκηση των φυλακών ή στο κέντρο διασκέδασης όπου ξεχνώντας τα λόγια του τραγουδιού λαμβάνει το πιο θερμό χειροκρότημα μέσα από τους αυτοσχεδιασμούς του. Ο Σαρλό στην πραγματικότητα αντιστέκεται σε έναν κόσμο που τον αδικεί, αντικαθιστώντας τον με έναν δικό του κόσμο όπου κύριος αυτού του κόσμου είναι ο ίδιος. Mέσα σε αυτόν τον κόσμο δεν είναι μόνος του, αλλά συνοδοιπορεί με άτομα που συμπάσχει και συμπάσχουν μαζί του, αναδεικνύοντας τη δύναμη της συντροφικότητας όπου ο ένας εξαρτάται, συμπληρώνει και υποστασιοποιείται μέσω του άλλου.
Τελευταία σεκάνς της ταινίας στον δρόμο της ζωής πιασμένοι χέρι χέρι ο Τσάπλιν και η ορφανή κοπέλα, το χαμίνι που καταδιώκει αστυνομία, βαδίζουν προς το άγνωστο έχοντας στις αποσκευές τους την άρνηση του κατεστημένου, τον δικό τους ιδιωτικό κόσμο και τη συνεκτική τους σχέση κόντρα στη διάλυση, στην αποξένωση, στη δουλικότητα. Σώζουν την αξιοπρέπειά τους και αντλούν δύναμη ο ένας από τον άλλον να προχωρήσουν, κοιτώντας πάντα προς τα εμπρός, οραματιζόμενοι καλύτερους ανθρώπινους κόσμους.
Η Καλλίτσα Βλάχου είναι εκπαιδευτικός και αντιπρόεδρος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Ολοκληρώνει το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών: Φιλοσοφία και Τέχνες στη Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου. Έχει παρακολουθήσει το Πρόγραμμα Συμπληρωματικής Εκπαίδευσης στο ΕΚΠΑ με τίτλο: Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας. Αγαπάει πολύ τον Κινηματογράφο που για την ίδια δεν αποτελεί ένα απλό μέσο ψυχαγωγίας αλλά ένα μέσο που σε μεταφέρει σε ατελείωτα και συναρπαστικά ταξίδια του νου και της ψυχής. Σε τέτοια ταξίδια τη μεταφέρει και η δεύτερη μεγάλη της αγάπη, η λογοτεχνία. Όμως τι νόημα θα είχαν τα ταξίδια του νου και της ψυχής αν δεν μοιραζόταν τις εμπειρίες της με τους αγαπημένους της; Και μέσα σε αυτούς τους αγαπημένους κυρίαρχο ρόλο κατέχουν οι μαθητές της που η μοιρασιά μαζί τους αποκτά ιδιαίτερη αξία. Γιατί όταν επικοινωνείς μέσα από τα μονοπάτια της τέχνης με ανθρώπους που βρίσκονται στο ξεκίνημα της ζωής τους, ε… τότε χαίρεσαι γιατί ξέρεις ότι η τέχνη μόνο σε ξέφωτα οδηγεί και χαίρεσαι γιατί βοήθησες και βοηθάς κάποιους να βρεθούν σε αυτά…